Sunday, July 25, 2010

Bal Masqué

Kάποτε πήγα σε έναν χορό

μεταμφιεσμένων.

Ντύθηκα θηλυκος γκάνγκστερ,

έβαλα μαύρο παντελόνι, πουκάμισο με αρκετά κουμπιά ανοιχτά

μια γραβάτα χαλαρή

κι ένα γιλέκο,

κόκκινο κραγιόν.

Έπιασα τα μαλλιά μου κότσο, να φαίνεται το μέτωπό μου,

έβαλα ένα καπέλο,

μαύρες γόβες,

και δερμάτινη καπαρντίνα.

Πήρα ένα ψεύτικο ούζι και εξαφανίστηκα πίσω από την αμφίεση μου,

το δήθεν μου.

Ήπια πολύ

και χόρεψα τυλίγοντας τη γραβάτα μου

γύρω από κάποιον άγνωστο

για να τον τραβήξω κοντά μου.

Μέχρι σήμερα δεν ξέρω αν ήμουν εγώ το βράδυ εκείνο,

το θυμάμαι με κάποια συστολή, κάποια ντροπή

και πάντα λέω πως είναι εύκολο να είσαι κάτι άλλο,

να είμαι μια άλλη,

μια γυναίκα.

Θυμάμαι, εντούτοις,

και την γλυκιά ανακούφιση που ένιωσα

όταν γύρισα σπίτι

και ξεβάφτικα

έβγαλα τις γόβες, το καπέλο, το πουκάμισο,

τα έβγαλα όλα

άφησα κάτω τα μαλλιά μου

και ήμουν πάλι εγώ.

Saturday, July 24, 2010

Ξύπνημα

Θα γράψω συνειρμικά

γιατί το απαιτεί η περίσταση.

Άνοιξα τα μάτια με ανακούφιση

γιατί τα όνειρα μου δεν ήταν πραγματικότητα

γιατί κάποιος άγνωστος φίλος μου

δεν ήταν ο προδότης, ο κακός της ιστορίας.

Ήμουν ξεκούραστη ύστερα από έξι ώρες ύπνο,

τέσσερεις το προηγούμενο βράδυ,

αλλά δεν είναι η ανακούφιση

που με έβαλε να γράψω κάτι μικρό, χωρίς νόημα, χωρίς πολλή σκέψη

ούτε το γλυκό φως που έμπαινε από το παράθυρο

και σχημάτιζε λαμπερά σχήματα στο πάτωμα.

Είναι μια απροσδιόριστη αίσθηση που ήρθε με το ξύπνημα

όμορφη αίσθηση, το δίχως άλλο,

δεν είναι εκείνη η γαλήνη που μας διαπερνά

όταν όλα είναι στη θέση τους, όλα βολεμένα,

μαζί κι εμείς οι ίδιοι.

Αντιθέτως,

μοιάζει με σκοτεινό, δύσβατο και συνάμα

πανέμορφο δάσος

ή με βυθό γεμάτο παράξενα πλάσματα

και ανεξερεύνητα τοπία.

Έτοιμη για μακροβούτια,

με μια άγρια χαρά. Είμαι.

Wednesday, July 21, 2010

Ανάσα

Εισπνοή.

Είναι μέρες που η αρχή μοιάζει με τέλος και το τέλος με αρχή, που το παρελθόν δεν έχει σημασία και οι λέξεις είναι φτωχές. Είναι στιγμές που τα καθημερινά σφάλματα, οι μικρές κατακτήσεις, τα φιλόδοξα "ανήκω", οι μεγάλες προδοσίες και τα ανομολόγητα πάθη αποκτούν άλλο νόημα και μοιάζουν σχεδόν αστεία. Αρκεί μια παρουσία για να εξαφανιστεί ο εγωισμός, να πάψει ο φόβος, να φύγουν μακριά όσα σε κάνουν να είσαι ένα ανθρωπάκι. Κάποτε με ρώτησε κάποιος τι θα έγραφα παρατηρώντας τα σφάλματα, τους αγώνες, τα ιδεάτά και τον αποπροσανατολισμό εκατό γενεών και σκέφτηκα πως το ερώτημα αυτό, μέσα στη φιλοδοξία του να θίξει το θεμελιώδες πρόβλημα της ανθρωπότητας, την επανάληψη, είναι τόσο χαωτικό που είναι αδύνατον να απαντηθεί.

Όμως έρχονται μέρες που οι ψυχές απαλάσσονται από την ασχήμια τους με ένα μονάχα άγγιγμα, που ο εαυτός παύει να τρέφεται από τους εκάστοτε φαύλους κύκλους και η δέσμευση είναι ουσιαστική κι όχι υλική. Έρχονται οι στιγμές της συνειδητοποιήσης που σου ψιθυρίζει ότι ξεπερνώντας το εγώ θρέφεις το είναι.

Το μόνο που μένει είναι ένα ζευγάρι σκουλαρίκια, που σε μια λυσσαλαία ανάγκη για λήθη κατέληξε στην τουαλέτα, αλλά σώθηκε με περισσή στοργή από κάποιον που δεν είχε ιδέα τι συμβολίζουν. Τώρα αναπαύονται σε ένα μικρό δοχείο γεμάτο οινόπνευμα σαν πεθαμένα όνειρα που συντηρούνται στη φορμόλη. Μέσα στις υπόλοιπες αναμνήσεις που κρύβουν, μουρμουρίζουν κι ένα άλλο σκληρό μήνυμα αγάπης: η μνήμη δεν σβήνει κατ’εντολή. Και οι μέρες, οι στιγμές, χάνονται μέσα σε μια ανάσα, μα σε αλλάζουν για πάντα.

Εκπνοή.

Wednesday, July 14, 2010

Σιωπή

Έχω μέσα μου μια σιωπή

και δεν θέλω τίποτε να πω, δεν θέλω να γράψω

παρά μόνο γι’αυτή

που έρχεται όταν ξυπνάμε από όνειρα άπιαστα

και αντικρίζουμε όλα ‘κείνα τα θαύματα

που δεν έλαβαν χώρα

μα τα ευχόμασταν σαν να ‘ταν η στερνή σωτηρία

από το αναπόφευκτο,

από τη σιωπή.

Είναι αλήθεια ότι χάνουμε δέκα ζωές, μικρές, ασήμαντες

με κάθε χαμό

κι εφτά ψυχές,

μα κανείς δεν ξέρει πόσες έχουμε στην άκρη φυλαγμένες

και πόσο αντέχει αυτή η τελευταία, σαν έρθει η σειρά της

ή πόσο ασήμαντη είναι γι’αυτόν που αποφασίζει.

Και σκεπάζει η σιωπή, τα φαιδρά αποφθέγματα

που ανακαλύπτουμε καθημερινά για να πάμε παρακάτω

λίγο ακόμα, λίγο πιο πέρα,

για να φτάσουμε σε ένα βασίλειο που θα είναι όλα ανεκτά

και οι αυλικοί μας έμπιστοι, επιλεγμένοι, προβλέψιμοι

ταιριαστοί, ψυχή μου, με το αστείο δράμα σου

και θα είναι σχεδόν σαν να μη σου έχει φιλήσει τα χέρια

για να σε αποχαιρετήσει

ο άνθρωπος που νόμιζε

ότι πέθαινε.