Friday, January 25, 2008

"Εκείνος ο Μαλάκας"

Το τρέξιμο της πρώτης εβδομάδας μαθημάτων έχει σχεδόν τελειώσει ύστερα από πολλές προσθαφαιρέσεις μαθημάτων και credits και φυσικά ύστερα από ατελείωτες συζητήσεις με φίλους, σχετικά με τα μαθήματα, τους καθηγητές, τη σχολή, το κρύο, τα άστρα, το διάστημα. Ένα από τα αντικείμενα των συζητήσεων μας ήταν (όπως συμβαίνει πάντα στους φοιτητές μουσικής) οι τάξεις θεωρίας και αρμονίας της μουσικής, που έπρεπε να επαναλάβουμε επειδή -εννοείται- κανείς από έμας τους ανίδεους που το μόνο που ξέρουμε να κάνουμε σωστα -κι αυτό αμφίβολο- είναι να βαράμε το βιολί μας, δεν πέρασε όλα τα επίπεδα του κατατακτήριου τεστ τον Σεπτέμβρη.

Σήμερα λοιπόν έπρεπε να συναντίσω τον επικεφαλής του θεωριτκού τμήματος, ο οποίος τυχαίνει να είναι Έλληνας, για να μου πει πως πήγα στο τεστ και ποιές τάξεις πρέπει να επαναλάβω. Με ενημέρωσε, προς μεγάλη μου ανακούφιση, ότι επρόκειτο για μία μόνο τάξη, αφού φρόντισε πρώτα να κάνει σαφές ότι δεν θα μου χαριζόταν ειδικά επειδή είμαι Ελλήνίδα και θα φαινόταν εξαιρετικά άσχημο στον περίγυρο και φυσικά επειδή θα ήταν άδικο απέναντι στους υπόλοιπους φοιτητές. Έδω πρέπει να σημειώσω ότι δεν είπα τίποτε που να παραπέμπει σε ρουσφέτι, έκανα μόνο ορισμένες ερωτήσεις σε σχέση με τα τμήματα της θεωρίας, το τεστ μου κ.ο.κ. Έφυγα από το γραφείο του Χ, λοιπόν, με τις καλύτερες εντυπώσεις. Ήταν συζητήσιμος και διατεθημένος να με βοηθήσει να βρω μια λύση που δεν θα με επιβαρύνει πολύ όσον αφορά στον οικονομικό τομέα αλλά και από άποψη χρόνου, με άκουσε, έλυσε τις απορίες μου και δεδομένου ότι ήξερα ότι οι θεωρητικές μου γνώσεις θέλουν ξεσκόνισμα (και φρόντισα να το παραδεχτώ) έφυγα ιδιαίτερα ανακουφισμένη.

Το ίδιο απόγευμα συνάντησα τον Υ, έναν φίλο και συμφοιτητή μου ο οποίος είναι ομοφυλόφιλος (και το αναφέρω για πολυ συγκεκριμένο λόγο), αρκετά -έως πολύ- γκρινιάρης και πεσιμιστής που έχει ωστόσο χρυσή καρδιά. Μόλις με είδε άρχισε να γκρινιάζει και να βλαστιμάει που είναι σε αυτή τη σχολή γιατί είχε πάει κι εκείνος στο γραφείο του Χ και του είπε ότι πρέπει να πάρει δύο τμήματα. Όταν του ανέφερα ότι εγώ χρειαζόμουν μόνο ένα η πρώτη του κουβέντα ήταν "Αδικία!" και την άφησα να περάσει. Στη συνέχεια μου είπε ότι είχε πάει στο γραφείο του Χ με τα βιβλία της θεωρίας που είχε από τα τμήματα που είχε ήδη κάνει πριν κάποια χρόνια και του έδειξε ότι είναι ύλη που έχει διδαχθει στο παρελθόν και άρα την ξέρει, ότι προσπαθούσε πολλή ώρα να τον πείσει να τον απαλλάξει ή να τον αφήσει να πάρει λιγότερα τμήματα ή τουλάχιστον να δίνει τις εργασίες χωρις να πηγαίνει στο μάθημα ή δεν ξέρω κι εγω τι άλλο είχε σκεφτεί το μικρό, ταλαίπωρο, αγχωμένο και απαισιόδοξο μυαλουδάκι του.΄Φυσικά όλα αυτά δεν είχαν κανένα απολύτως αποτέλεσμα, ο Χ ήταν ανένδοτος, κακιασμένος, ο χειρότερος εχθρός του.

Η πρώτη μου σκέψη ήταν ότι, με τον τρόπο που το χειρίστικε ήταν απόλυτα φυσιολογικό το γεγονός ότι ο Χ δεν έδειξε την παραμικρή θέληση να τον βοηθήσει. Ήθελε να καταπατήσει τους κανόνες, δεν παραδέχτηκε καν ότι χρειαζόταν μια επανάληψη στα θεωριτικα, επιπλέον πήγε με τον σταυρό στο χέρι και με την σκέψη, στο πίσω μέρος του μυαλού του, ότι το πανεπιστήμιο αυτό είναι παρανοϊκό. Πού θα τον έβγαζε αυτό; Προσπάθησα εμμέσως να του εξηγήσω αυτές τις σκέψεις που έκανα, λέγοντας του ότι ο Χ ήταν ιδιαίτερα διαλλακτικός μαζί μου, με άκουσε, απάντησε στις απορίες μου και συζήτησε μαζί μου τις πιθανές λύσεις που θα μπορούσα να ακολουθήσώ. Η απάντηση του Υ: "Ναι, σε αντιμετώπισε έτσι επειδή είσαι γυναίκα και είσαι Ελληνίδα". Με αποστόμωσε. Θύμωσα πάρα πολύ, δεν του το έδειξα ούτε απάντησα, απλώς φρόντισα να σταματήσω αμέσως τη συζήτηση.

Καθώς γυρνούσα σπίτι, ανακαλούσα τον διάλογο και θύμωνα όλο και περισσότερο. Σκεφτόμουν ότι από τότε που ήρθα εδώ κάνω τα πάντα για να αντεπεξέλθω στα καθήκοντά μου, στο διάβασμά μου και ακολουθώ ένα, πιο αισιόδοξο τρόπο σκέψης που με έχει βοηθήσει εξαιρετικά. Σκεφτόμουν ότι δεν ζήτησα κανένα ρουσφέτι και ότι δεν μου χαρίστικε τίποτε και ότι απλώς αντιμετώπισα το θέμα διεξοδικά και βρήκα μια άκρη. Το είπα στον αδελφό μου, στη συγκάτοικό μου και σε μια ακόμη φίλη. Από όλους άκουσα το ίδιο πράγμα: "Αυτό που σου είπε δεν ηταν καθόλου σωστό". Μόλις ακουσα για τρίτη φορά αυτή την απάντηση πήγα να προσθέσω κι εγώ με τη σειρά μου ότι "παρ'όλο που ξέρω ότι δεν ήθελε να θίξει εμένα αλλά τον Χ, δεν θα έλεγα ΠΟΤΕ κάτι τέτοιο σε φίλο μου". Αλλά δεν το είπα. Αντ'αυτού δαγκώθηκα. Δαγκώθηκα γιατί θυμήθηκα έναν ομηρικό καυγά με "αυτόν" (ξέρετε εσείς) πριν δέκα περίπου μήνες ο οποίος είχε επαναληφθεί αρκετές φορές και δεν είχε καθόλου αίσιο τέλος. Μόνο που σε εκείνον τον καυγά εγώ ήμουν αυτή που έλεγε ότι "εσύ λαμβάνεις μια εντελώς διαφορετική αντιμετώπιση", ότι "αυτο δεν θα το έκαναν σ'εσένα και δεν το λέω για να θίξω εσένα, εσύ καλά κάνεις" κ.ο.κ. Εκείνος, αντίθετα, ήταν ο αισιόδοξος, ο μελετηρός, ο διπλωμάτης, ο διαλλακτικός και αυτός που έκανε βήματα μπροστά.

Είμαι σίγουρη, ότι όσοι διαβάζετε τα όσα γράφω, νοιάζεστε κυρίως για 'μένα και θα βιαστειτε να απαντήσετε σε όλα αυτά ότι αυτή ήταν μια διαφορετική κατάσταση υπό διαφορετικές συνθήκες και πολλά άλλα. Αλλά η αλήθεια είναι ότι δεν διαφέρει και πολύ ο ένας διάλογος με τον άλλο, παρά μόνο στο βαθμό της φιλίας και στο είδος της σχέσης. Πράγμα που ενδεχομένως κανει την παλιά "διαμάχη" ακόμη χειρότερη. Αδιαμφισβήτητα, δεν μπορούμε να βάλουμε τα πάντα στο ίδιο τσουβάλι, το εκάστοτε πανεπιστήμιο, την εκάστοτε φιλία ή σχέση και τελικά το εκάστοτε σύμπλεγμα κατωτερότητας. Ωστόσο την στιγμή εκείνη που δαγκωνόμουν, αντιλήφθηκα πόσο λεπτή είναι η γραμμή που μας διαχωρίζει από "εκείνον το μαλάκα", όποιος κι αν είναι αυτός. Αναρωτήθηκα πόσες παρόμοιες κατηγορίες είχα ξεστομίσει χωρίς κι εγώ η ίδια να αντιληφθώ τι έλεγα, χωρίς να μπω στη θέση του συνομιλητή μου -κάτι που έλεγα με περιφάνεια ότι κάνω πάντα- και σε πόσο μεγάλη έκταση το είχα κάνει κατά καιρούς. Πάνω απ'όλα όμως, στεναχωρήθηκα στη σκέψη ότι ποτέ δεν μου άρεσε να μου τρίβει ο καθένας στη μούρη το σύμπλεγμά του αντί να το αντιμετωπίζει και ταυτόχρονα έκανα το ίδιο ακριβώς πράγμα σε ανθρώπους που είχα ιδιαίτερη αδυναμία την δεδομένη στιγμή που το έκανα. Και δεν με ένοιαζε πια το τι εισέπραξαν από εμένα αλλά το ότι εγώ ήμουν "εκείνος ο μαλάκας" του ίδιου μου του εαυτού.

Monday, January 21, 2008

Νέα Υόρκη

Είμαι εδώ. Έφύγα από το σπίτι μου το πρωί του Σαββάτου και έφτασα στο σπίτι μου την ίδια μέρα το απόγευμα. Μεσολάβησε ένα κουραστικό δεκάωρο ταξίδι, που όμως χάθηκε στη διαφορά ώρας, σε ένα αεροπλάνο γεμάτο θείτσες που σηκώνονται πριν σβήσει το χαρακτηριστικό φωτάκι με τη ζώνη που σου λέει -κοινώς- να παλουκωθείς και που φυσικά χειροκροτούν στην προσγείωση και -πάλι- σηκώνονται και κάνουν ουρά μπροστά από τις ερμητικά κλειστές, ακόμη, πόρτες του αεροπλάνου.

Στο σπίτι μου βρήκα την αντιπαθή συγκάτοικο με έναν γκόμενο, κάτι για το οποίο δεν είχα προειδοποιηθεί παρ'όλο που πληρώνω νοίκι, καθαριζω, σκουπίζω, σφουγγαρίζω κ.ο.κ. Τουλάχιστον ο τύπος ήταν συμπαθής, αλλά είχε ένα σοβαρό ελάττωμα: πολύ συχνά, αντί να μιλάει ΦΩΝΑΖΕ και κυρίως όταν εγώ προσπαθούσα να χαλαρώσω ύστερα από το ταξίδι μου. Κατα τ'άλλα έχει πολύ κρύο.

Μέσα στην τελευταία βδομάδα, πέθανε η γιαγιά μου, έφυγα από την Αθήνα που ανυπομονούσα τόσο να δω, ο υπολογιστής μετατράπηκε σε ένα φορητό χάος (όλοι ξέρουμε τι επιπτώσεις στα νεύρα έχει κάτι τέτοιο) και έχω πάθει μια πολύ γερή τενοντίτιδα που δεν με αφήνει να κοιμηθώ. Συναισθήματα; Ανύπαρκτα. Μόνο μια απορία: Πού είναι το σπίτι μου;

Sunday, January 6, 2008

Αθήνα

Χριστούγεννα στην Αθήνα.
Χριστούγεννα στην Αθήνα γεμάτα θύμισες μιας εποχής που έφυγε, που πέρασε και άγγιξε. Πρωτοχρονιές με φίλους, παραμονές σε συναυλίες, βόλτες στο Σύνταγμα, φώτα στην Κηφισσίας, μικρά δωράκια και μεγάλοι έρωτες και ευτυχία και ευκαιρία για απώθηση σκέψεων που αγχώνουν. Taboo, παρέα και χαμόγελα, ευχές ειλικρινείς αλλά αφελείς, ευχές για πολλά και ευτυχισμένα χρόνια με στόχους, με υγεία και επιτυχίες και ό,τι επιθυμείς.
Εκπληρώθηκαν οι ευχές και τώρα, μέσα στη φυγή, μέσα στο χαμό δημιουργούνται δειλά-δειλά καινούργιες αφού για κάθετι που έχεις παραπάνω έχεις και κάτι λιγότερο -νόμος πόυ επιμένεις να ξεχνάς. Περνά ο καιρός και ο τροχός γυρνά, μα τίποτε δεν θα είναι τόσο αφελές κι ανέμελο όπως τότε, γιατί οι ευχές εκπληρώθηκαν και μεγάλωσες.
Βρέθηκες στη Μεγάλη Πόλη των ευκαιριών, των καλών σπουδών, της πολυκοσμίας, των αμέτρητων ερεθισμάτων και -τελικά- της μοναξιάς. Καλή είναι και η μοναξιά, αρκει να αποφεύγεις το κρασάκι, τη γεύση ταβέρνας, παρέας και έρωτα.
Εκεί, στη Μεγάλη Πόλη, η Αθήνα αποκτά άλλα χρώματα, ίσως πάλι να τα αλλάζει η απόσταση. Χρώματα κόκκινα και πορτοκαλιά και κίτρινα, ζεστά, όλο ζωντάνια, και γαλανά της ηρεμίας και μωβ της νοσταλγίας, της γλυκιάς μελαγχολίας. Είναι χαμένος ο δρόμος για την Αθήνα; Μάλλον ναι, αλλά ακόμη δεν μπορείς να το δεχτείς κι έτσι γεννιέται μια ακόμη ευχη: "Κάνε Θέε μου να ξανανοίξει ο δρόμος, κάνε να πάνε όλα καλά."
Τι ειρωνία να καταλαβαίνεις τι πραγματικά εννοούσες όταν ευχόσουν χρόνια πολλά με υγεία, αγάπη κι ευτυχία και μπόλικη σαντιγύ επιτυχιών, αναγνώρισης, καλής σταδιοδρομίας, όταν πια έχει κλονιστεί ο κόσμος σου συθέμελα. Μετά από κάτι τέτοιους σεισμούς ανοίγεις τα μάτια και κοιτάς γύρω και βλέπεις ότι ταρακουνήθηκες αλλά να, ύπαρχουν και πιο δυνατοι σεισμοι, συμβαίνουν κάθε μέρα ολόγυρα σου. Δεν είναι μοναχά η Αθήνα σου που γκρεμίστηκε, δεν είναι τόσο τραγικό που πρέπει να την ξαναχτίσεις. Μην ξεχνάς μέσα στην γκρίνια και την μιζέρια σου ή ακόμη το σοκ ή την βαριεστημάρα σου, όταν έρχεσαι αντιμέτωπος με τον προσωπικο σου αγώνα -μικρό ή μεγάλο- ότι η Ακρόπολη υπάρχει ακόμη. Μην ξεχνάς ότι καμιά φορά και τα χαλάσματα είναι όμορφα.