Ψάχνω έναν τρόπο αντάξιό σου για ν’αρχίσω να σου μιλάω, να σε γεμίσω με απορίες, όνειρα και θαυμασμό που έγινες ό,τι έπρεπε να γίνεις -η τρανή απόδειξη των δυνατοτήτων μου, των ικανοτήτων μου, των αναγκών μου- αλλά είσαι μια μορφή αλλόκοτη, δυνατή, λυγερή κι ερωτευμένη, πάντα ερωτευμένη με το ιδανικό, πάντα δωσμένη σε όλα αυτά που σε πονούν. Είσαι μια μορφή γεροδεμένη και με πονάς, με πιέζεις όταν πέφτω, με πνίγεις όταν σκέφτομαι αλλά με υποδέχεσαι θερμά όταν κοντοζυγώνω -μα δε σε φτάνω ποτέ και δεν μου φτάνει γιατί διαισθάνομαι πως κάποτε πρέπει να μ’αφήσεις, να σ’αφήσω να μικρύνουμε την απόσταση και να πάρει σάρκα και οστά η ημιδιάφανη φιγούρα σου, η χλωμή από τα τόσα χρόνια που δεν σ’είδε ήλιος ούτε άστρο ούτε σ’ένιωσε η γη να την αλαφροπατάς λίγο πριν φυτέψεις τα σπόρια σου. Με πνίγεις με τις λίστες σου, των ανθρώπων που πρέπει να ξεχάσω, των ικανοτήτων που πρέπει να αναπτύξω, των βιβλίων που πρέπει να διαβάσω, των κειμένων που πρέπει να γράψω κι όμως με πείθεις πως όλα τα “πρέπει” μαζεμένα θα μου κολλήσουν δυο φτερά για να πετάξω και να ζήσω και να ελευθερωθώ.
Εγκυμωνώ τη χάρη σου, την ζηλευτή σου λήθη, την σκληρή σου μνήμη, την τόλμη σου, το πάθος σου και τη ζωή σου ολόκληρη που ελίσσεται γύρω απο πυρκαγίες δίχως να καίγεται, απολαμβάνοντας τη θέρμη τους, την τρομερή τους όψη.
Αναμένω το χαμόγελο σου, την πληρότητά σου, τις σπείρες που μου έταξες για να σου τάξω.
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
0 comments:
Post a Comment