Τώρα που αλλάξαμε κυβέρνηση, αποφάσισα μετά από τόσο καιρό να κάνω επιτέλους ένα ποστ, σε λίγο διαφορετικό ύφος (ευτυχώς) γιατί έχω μια πελώωωωωρια λαχτάρα να διηγηθώ τις μοναδικές εμπερίες που αποκόμισα από τις φετινές εκλογές (δυστυχώς).
Όλα ξεκίνησαν το απόγευμα της 28ης Σεπτεμβρίου, τουτ’έστιν, τη Δευτέρα πριν τις εκλογές, όταν χτύπησε το κουδούνι και δεν βαρέθηκα να ανοίξω. Ήταν ένας πιτσιρικάς ο οποίος αφού με ρώτησε αν είμαι αυτή που είμαι (δεν μπορώ τα φώτα της δημοσιότητας) και επιβεβαίωσα δύο-τρεις φορές ότι “ναι, εγώ ειμαι, η ίδια, δεν έχετε κανει λάθος” μου ανακοίνωσε ότι έχει κάτι να μου παραδώσει. Σαν ηλίθια, παραμυθιασμένη γυναίκα, άρχισα να σκέφτομαι διάφορες μαλακίες όπως πχ. αν έχω παραγγείλει κάτι και δεν το θυμάμαι, αν μου έχει στείλει κανείς λουλούδια (γιατί δεν θα τα έβλεπα), σοκολατάκια, κανένα δώρο, συστημένο, γράμμα, σημείωμα, ένα κοτσάνι έστω, ένα πόστ-ιτ, κατι τελος πάντων. Αλλά όχι, ο πιτσιρικάς έσπευσε να αποσαφηνήσει ότι έχει για εμένα “αυτό το χαρτί”.
-Τι είναι αυτό;
-Για την εφορευτική επιτροπή.
(Απελπισμένο βλέμμα.)
-Όχι ρε γαμώτο.
Τέλος πάντων, υπέγραψα και το πήρα απόφαση πως τι να κάνουμε, τυχερά είναι αυτά, θα έβγαζα την Κυριακή μου απέναντι από μια κάλπη μασουλώντας ψηφοδέλτια. Μην τα πολυλογώ, ξέρετε πόσο γρήγορα περνούν οι μέρες, περνάει ο καιρός, τι είμαστε, ένα τίποτε κτλ, έφτασε η μέρα των εκλογών. Έπρεπε να είμαι στις 6 το πρωί στο σχολείο της περιοχής μου, μία (βάρβαρη) ώρα πριν την έναρξη των εκλογών. Ο νόμος του Μέρφυ όμως, επιβάλλει να σε πιάσει αϋπνία το βράδυ πριν την ημέρα που πρέπει να είσαι ξεκούραστος γιατί έχεις να ξυπνήσεις στις 5 το πρωί (όσο να πεις, μέχρι να πιεις ένα καφέ και να ετοιμαστείς, χρειάζεσαι το χρόνο σου, μία ωρίτσα δηλαδή). Κι όταν λέω αϋπνία, δεν έννοω ότι κοιμήθηκα τρείς ώρες, δύο, μία έστω, όχι. Δεν κοιμήθηκα ούτε πέντε λεπτά. Εντούτοις, ήμουν στις έξι στο σχολείο και έκοβα βόλτες κάτω από τις μπασκέτες, έλεγα και καμιά μαλακία με τους υπόλοιπους εφορευτικούς καθώς περιμέναμε σαράντα λεπτά μέχρι να δώσουν το παρόν οι δικαστικοί αντιπρόσωποι.
Όλα κι όλα, παράπονο δεν έχω. Η δικιά μας δικαστικός ήταν εξαιρετική και για τους άντρες της παρέας, πολύ γυναίκα. Νέα, ευγενής, όμορφη, συμπαθής και το κυριότερο δεν είχε καμία όρεξη να μας ταλαιπωρήσει, το ξεκαθάρισε εξ’αρχής. Όπως και να έχει, όταν ήρθε η κοπέλα με τη γραμματέα της και μας ενημέρωσε ότι είναι στο δικό μας τμήμα άκουσα ένα “ΓΙΟΥΠΙ”. Ορισμένους ανθρώπους δεν τους καταλαβαίνω, αλλά όταν γύρισα το κεφάλι μου κατάλαβα. Ο αλαλάζων ήταν ένας νέος που θα μπορούσε να είναι ο πρόεδρος της Ένωσης Σπασικλακίων Ελλάδος, με γυαλιά που είχαν να καθαριστούν από τις προηγούμενες εκλογές, παντελόνι πάνω από τον αφαλό, μπλούζα επιμελώς βαλμένη μέσα από το παντελόνι και πέλματα σε γωνία 180 μοιρών με τις φτέρνες ενωμένες (πρώτη ποζισιόν για όσους ξέρουν από μπαλέτο). Ο εν λόγω νέος ενίοτε βόλευε τα αχαμνά του με αποτυχημένη διακριτικότητα και φαινόταν ιδιαίτερα ευτυχής που ήταν μέλος της εφορευτικής επιτροπής, εν αντιθέσει με όλους τους υπόλοιπους. Αλλά δεν τελειώνει εδώ το ανέκδοτο, όχι. Όταν μπήκαμε μέσα στην αίθουσα και τακτοποιήσαμε τα ψηφοδέλτια, το παλικάρι έβγαλε τη φωτογραφική του μηχανή και τράβηξε διάφορες -καλλιτεχνικές προφανώς- φωτογραφίες: τα ψηφοδέλτια, την κάλπη, τα θρανία, τα παραβάν, σε καμία περίπτωση όμως τις γάμπες της δικηγορίνας.
Ήμουν αρκετά τυχερή, μέσα στη γκαντεμιά μου, καθώς είχαν έρθει όλα τα μέλη της εφορευτικής επιτροπής στο δικό μου τμήμα κι όταν λέω όλα εννοώ πως είχε έρθει κι ένας που ήταν αναπληρωτής (ο θεός να τον έχει καλά). Ως εκ τούτου, χωριστηκαμε σε βάρδιες και εγώ έμεινα μέχρι τις δύο το μεσημέρι μετα σπασικλακίου και αναπληρωτή, μετά κατάφερα να κοιμηθώ για δύο-τρεις ώρες και ξαναπήγα για την καταμέτρηση. Περιττό να σας πω πως το σπασικλάκι δεν ήθελε να φύγει (και δεν έφυγε). Με λίγα λόγια, τα πράγματα δεν ήταν τόσο τραγικά όσο τα περίμενα.
Οι πρώτοι ψηφοφόροι που ήρθαν ήταν -εννοείται- δίαφοροι παππουδογιαγιάδες που είτε ξυπνουν νωρίς το πρωί και δεν έχουν τι να κάνουν είτε πάνε εκκλησία και μετά δεν έχουν τι να κάνουν κ.ο.κ. Αφού ήρθαν μερικοί από αυτούς, ήρθε και μία πασοκοεπόπτης να ελέγξει πως φτιάχναμε τα πακέτα με τα ψηφοδέλτια που δίναμε στους ψηφοφόρους. Παραπονέθηκε πολύ έντονα, για να μην πω έπαθε υστερική κρίση, διότι κατα τη γνώμη της όλα ξεκινούσαν με το ψηφοδέλτιο της ΝΔ, παρ’ότι δεν ξεκινούσαν όλα με το ψηφοδέλτιο της ΝΔ. Έπρεπε λέει να τα ανακατεύουμε. Προσπάθησα να κρατηθώ αλλά το “συγγνώμη μαντάμ, μήπως να ρίξουμε και καμιά πασιέντζα;” μου βγήκε αυθόρμητα. Στη συνέχεια πλάκωσαν οι εκλογικοί αντιπρόσωποι διαφόρων κομμάτων, οι οποίοι ομολογουμένως, στο τμήμα που ήμουν εγώ ήταν πολύ συνεργάσιμοι και καθόλου γκρινιάριδες. Η δικαστικός τους ενημέρωνε έναν έναν ότι ορισμένα ψηφοδέλτια ήταν εξ’αρχής τσακισμένα ή κακοτυπωμένα και ότι τέλος πάντων, δεν θα θέλαμε να αρχίσουμε να βγάζουμε άκυρα για πλάκα οπότε καλό θα ήταν να το έχουν υπ’όψη τους. Στον δε εκλογικό αντιπρόσωπο του ΛΑΟΣ, καθ’ότι αφηρημένοι, είπε ότι “εεεε, έχουν πρόβλημα τα τέτοια σας” (όπου τέτοια = ψηφοδέλτια).
Το 50% των προσελθέντων μας ρωτούσε που ψηφίζει, σαν να μην υπήρχαν απ’έξω πληροφορίες για το εκλογικό τμήμα και την αλφαβιτική σειρά που καλύπτει. Ως εκ τούτου, το σπασικλάκιον έσπευσε στην πύλη του σχολείου και φωτογράφισε τη λίστα με την αλφαβιτική σειρά και τα εκλογικά τμήματα όχι απλώς του δικού μας σχολείου, αλλά όλων των σχολείων της περιοχής, έτσι ώστε να μπορεί να ενημερώνει αναλόγως, γιατί δεν γινόταν να αφήνουμε τους “πελάτες” μας στην τύχη τους λέγοντας τους “Πάρτε στο 1500 να μάθετε που ψηφίζετε”. Επίσης το σπασικλάκιον είχε κάθε δευτερόλεπτο και καινούργια ερώτηση, αφού φτιάξαμε καινούργια μονάδα μέτρησης question/sec. Το “συγγνώμη, να κάνω μια ερώτηση” ήταν το μότο της ημέρας μαζί με το “βάζετε μέχρι τέσσερεις σταυρούς και πρέπει να βγάλετε την ταινία από τον φάκελο για να κλείσει”. Αυτό το τελευταίο το έλεγε η δικαστικός. Κάποια στιγμή μαζί με τους παππουδογιαγιάδες ήρθε κι ενας φουσκωτούλης από το γυμναστήριο μου, ο οποίος ψήφισε φορώντας γυαλιά ηλίου και μιμούμενος τον Λεβέντη, ενώ τον ψήφιζε. Και εντάξει να κάνεις την μίμηση, να τον ψηφίζεις κιόλας; Στη συνέχεια έσκασε άλλος ένας φουσκωτούλης-πέφτουλο από το γυμναστήριο μου (δεν είναι δικό μου προφανως, απλά εκεί πηγαίνω), με μπλούζα ΟΝΝΕΔ, ο οποίος αφού ψήφισε έκοβε βόλτες να μιλήσει με κόσμο βρε αδερφέ. Φυσικά δεν έλλειψε και ο δεύτερος επόπτης του ΠΑΣΟΚ (από τα άλλα κόμματα δεν ήρθε κανείς) που ήρθε να ελέγξει τη σειρά των ψηφοδελτίων, κατα την επίσκεψη του οποίου εκτυλίχθηκε ένας μοναδικός διάλογος με το σπασικλάκι να του λέει ότι έχει δίκιο κι εμένα να καταριέμαι την κοινωνία, την δικαστικό να προσπαθεί να είναι αυτό που πρέπει να είναι - διπλωμάτης- κτλ. Ο πασόκος εκλογικός αντιπρόσωπος αποφάσισε ότι ναι, θα μπορούσα να είμαι χορεύτρια, μετά από ένα “τι τραβάμε κι εμείς οι χορεύτριες” που ξεστόμισα και σας διαβεβαιώ πως δεν μοιάζω καθόλου, αλλά το έμαθα το μάθημά μου: οι άντρες λένε πολλές μαλακίες για να πηδήξουν.
Η καταμέτρηση κύλησε ομαλά, χωρίς διαφωνίες και τα λοιπά αναμενόμενα, για την ακρίβεια, είχαμε τελειώσει μέσα σε δύο ώρες. Η όλη διαδικασία τελείωσε θριαμβευτικά με τον πασοκο να προσπαθεί να κρύψει τη χαρά του, τον νεοδημοκράτη να προσπαθεί να κρύψει τη λύπη του, τους υπόλοιπους να ξύνουν τα αχαμνά τους και το σπασικλάκι να δηλώνει ότι ¨ήμασταν καλή ομάδα¨, αφού μας κέρασε και γκοφρέτες. Ο πασόκος δεν πήδηξε άλλα τουλάχιστον κέρδισε τις εκλογές, ο νεοδημοκράτης δεν κέρδισε άλλα τουλάχιστον έφαγε παστίτσιο, ο κουκουές ούτε έφαγε, ούτε κέρδισε, ούτε πήδηξε και δεν χρειάζεται να πούμε γιατί, ο αντιπρόσωπος του Παπαθεμελή, αν είχε, θα έφευγε με το χαμόγελο του γαμιά των 7 ολόκληρων ψήφων και μάλλον θα ήταν ο μόνος με την ψευδαίσθηση ότι πήδηξε και υποθετικά ο αντιπρόσωπος του φανταστικού (κυριολεκτικά) κόμματος ΑΝΤΑΡΣΙΑ, που επίσης δεν υπήρχε, θα τα πηδούσε όλα γιατί πήρε μία ολόκληρη ψήφο.
Ήταν μία καταπληκτική μέρα, αγαπημένο μου ημερολόγιο.
Monday, October 5, 2009
Subscribe to:
Posts (Atom)